Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011

Σκέψεις για το Χωρισμό Κράτους-Εκκλησίας


Αναφερόμενος στο γνωστό θέμα των ημερών, που γίνεται όλο και πιο επίκαιρο με τις αναλήψεις της δημαρχίας, στις δύο μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, από ανθρώπους που έχουν εντόνως δημοσιοποιήσει τις απόψεις τους υπέρ του διαχωρισμό Πολιτείας –Εκκλησίας, σε βαθμό που να καταντάει σε διαχωρισμό Πολιτείας-Θρησκείας, θα ήθελα να δώσω έμφαση σε ένα-δύο σημεία, τα οποία θεωρώ πως κανένας δεν συνυπολογίζει στην διαδικασία αξιολόγησης της θέσης ‘’υπέρ ή κατά του διαχωρισμού’’.

Σε αυτή την περίοδο των εορτών, μπόρεσα να ζήσω στιγμές που το συγκεκριμένο θέμα, τέθηκε πολλές φορές στο τραπέζι της συζήτησης, με αποτέλεσμα να δω πτυχές και κρυφά σημεία του θέματος, που έως τώρα δεν είχα μπορέσει να συζητήσω.

Πρόσφατα, σε ένα μεσημεριανό καφέ, μια γνωστή ενός φίλους, μου είπε πως σπουδάζει θεολογία. Η συζήτηση κύλισε προς το γνωστό θέμα, της κατάργησης του μαθήματος των θρησκευτικών ως υποχρεωτικό και την μετατροπή του σε προαιρετικό. Η συγκεκριμένη σπουδάστρια, είδε το συγκεκριμένο θέμα, δικαιολογημένα, κάτω από το δικό της πρίσμα. Αυτή η αλλαγή, θα έχει ως αποτέλεσμα να μειωθούν οι ανάγκες κάθε σχολείου για καθηγητές θεολογίας, με αποτέλεσμα να μειωθούν οι θέσεις που καλύπτονται από τους σημερινούς καθηγητές, αλλά και θα καλυφθούν αύριο από τους σημερινούς σπουδαστές.

Καλώς κακώς, η θεολογική, είναι μια πολύ εξειδικευμένη σχολή, που ανοίγει πολύ συγκεκριμένες οδούς επαγγελματικής σταδιοδρομίας.

Και η ανησυχία της, ήταν πως αυτή η εξέλιξη, κάνει την όλη κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη.

Στην άποψη πως τα θρησκευτικά, έτσι όπως τώρα διδάσκονται στο σχολείο, δεν προσφέρουν απολύτως τίποτα στο παιδί, μιας και είναι μια 12τάξια συνεχόμενα μονοδιάστατη παρουσίαση και ανάλυση της ιστορίας και των αρχών του χριστιανισμού, και δη της ορθόδοξης πίστης, χωρίς να δίνουν το δικαίωμα όχι μόνο της διεύρυνσης της γνώσης των άλλων θρησκειών, αλλά ούτε καν το δικαίωμα της κρίσης της υπάρχουσας και επικρατούσας θρησκείας, η σπουδάστρια θεολογίας συμφώνησε. Μάλιστα έσπευσε να διευκρινίσει πως τα μαθήματα που παρακολουθεί στη σχολή της, είναι πολύ διαφορετικά σε ποιότητα και ουσία, από το αντικείμενο του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία.

Μας πληροφόρησε πως διδάσκεται για όλες τις θρησκείας, με μαθήματα που δεν μιλάνε μόνο για της ιστορική διαδρομή έκαστης θρησκείας, αλλά και για τις επιρροές που άσκησε κάθε θρησκεία πάνω στην εποχή της. Τα μαθήματα στη Σχολή Θεολογίας, δεν επικεντρώνονται σε μια μονοδιάστατη παρουσίαση μίας μονάχα θρησκείας, αλλά ακόμη και αυτή την επικρατούσα, προς το παρών, την περνάει μέσα από μικροσκόπιο μιας φιλοσοφικό-κοινωνικής κριτικής, ανά τους αιώνες παρουσίας της, και συνύπαρξής της μαζί με άλλες θρησκείες.

Η ίδια η σπουδάστρια, κατέθεσε την άποψη πως το μάθημα των θρησκευτικών, στο σχολείο, θα μπορούσε από πολλά χρόνια πριν το Πανεπιστήμιο, να ξεκινήσει μια εντρύφηση και αρμονική είσοδο σε τέτοιου επιπέδου θρησκειολογίας, κάτι που και το μάθημα θα καθιστούσε περισσότερο ενδιαφέρον για τους μαθητές, που βαριούνται να διδάσκονται για 12 έτη τα ίδια και τα ίδια, αλλά κυρίως, θα καθιστούσε το μάθημα μια πιο σοβαρή θεώρηση της σχέσης της πίστης κάθε ανθρώπου προς το θείο, σε σχέση με την εξελικτική του πορεία, μέσα στις κοινωνίες, σημερινές, παλαιότερες και επόμενες.

Σε μια άλλη συζήτηση που παραβρέθηκα κάποια άλλη μέρα, μια άλλη φίλη μου, καθηγήτρια Αγγλικών σε σχολείο της Χίου, κατέθεσε μια διαφορετική οπτική του θέματος. Η ίδια, είναι πολύ καιρό υπέρ του διαχωρισμού Πολιτείας-Θρησκείας, πάντα σεβόμενη την πίστη του καθενός, αλλά κυρίως, σεβόμενη και το δικαίωμα κάποιου να μην πιστεύει σε κάποια επικρατούσα θρησκεία, ή ακόμη και το δικαίωμα της αθεΐας. Πάνω σε αυτό το πρίσμα, τάθηκε εξ αρχής υπέρ της μετατροπής του μαθήματος των θρησκευτικών σε προαιρετικό, όπως επίσης και την κατάργηση της θρησκευτικής αγωγής στο σχολείο (αγιασμοί, παρακολούθηση λειτουργίας κτλ), όπως επίσης και με την αποκαθήλωση θρησκευτικών εικόνων στις σχολικές τάξεις. Από την πλευρά της καθηγήτριας, που μέσα στην τάξη έχει όχι μόνο ορθόδοξους χριστιανούς μαθητές, αλλά και παιδιά που έχουν από τους γονείς τους διαφορετικές θρησκευτικές παραδόσεις, θεώρησε και θεωρεί πιο σωστό, το μάθημα των θρησκευτικών, με την μορφή που έχει σήμερα, πως δεν πρέπει να απευθύνεται σε όλα τα παιδιά υποχρεωτικά, αλλά με τη μορφή του προαιρετικού.

Από την πλευρά της επίσης, διαπίστωσε και ένα επίσης πολύ σημαντικό κενό, ένα μεγάλο αρνητικό στην νέα αυτή κατάσταση του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία. Όπως μας πληροφόρησε, από την Πολιτεία ακόμη, δεν έχει δοθεί συγκεκριμένη κατεύθυνση για την εναλλακτική πρόταση που πρέπει να προσφέρει το σχολείο, σε όποιον μαθητή επιλέγει να μην παρακολουθήσει το μάθημα των θρησκευτικών. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, να μην υπάρχει κάποιο άλλο μάθημα, που αναπληρώνει αυτή την ώρα, με συνέπεια όσα παιδιά δεν επιλέγουν το προαιρετικό μάθημα των θρησκευτικών, να βρίσκονται κατά την διάρκεια της διδασκαλίας του, στην αυλή, κάνοντας… διάλειμμα. 

Μας ακούστηκε λίγο περίεργο, αλλά μας εξήγησε πως το Υπουργείο Παιδείας (και ‘’Δια βίου μάθησης), δεν έχει δώσει καμία κατευθυντήρια γραμμή στα σχολεία, με συνέπεια όποιος καθηγητής έχει πρωτίστως τη διάθεση, αλλά και δευτερευόντως το κενό της ώρας εκείνης, με δική του πρωτοβουλία και δική του ευθύνη, να ασχοληθεί με τα παιδιά. Αυτό λιγάκι δυσκολεύει την κατάσταση, με αποτέλεσμα οι καθηγητές που έχουν κενό εκείνη την ώρα, να επιλέγουν να επιτρέψουν τα παιδιά να κάθονται ήσυχα στην αυλή, χωρίς να ενοχλούνε τα υπόλοιπα που παρακολουθούν άλλα μαθήματα. Η ίδια, υποστήριξε πως το σχολείο, έπρεπε να ορίσει συγκεκριμένη ενασχόληση για τους μαθητές που δεν επιλέγουν να παρακολουθήσουν  το μάθημα  των θρησκευτικών, και όχι να το αφήνουν στην ευχέρεια ή στην φαντασία των καθηγητών που έχουν κενό εκείνη την ώρα.

Λίγες ημέρες πριν την εορτή των χριστουγέννων, είδα μια είδηση στην τηλεόραση που με σόκαρε. Ένας δημόσιος οίκος ευγηρίας, λόγω οικονομικών προβλημάτων που παρουσιάζει εδώ και πάρα πολύ καιρό, οδεύει προς παύση της λειτουργίας του. Οι υπάλληλοι, είναι απλήρωτοι εδώ και πολύ μεγάλο διάστημα, οι ανάγκες του γηροκομείου τρέχουν, οπότε οι υπεύθυνοι αποφάσισαν να διακόψουν τη λειτουργία του συγκεκριμένου οίκου. Μάλιστα, η είδηση της τηλεόρασης, πληροφορούσε πως εκκρεμεί η τύχη των ηλικιωμένων που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στο γηροκομείο, μιας και ενώ έχουν ειδοποιηθεί προ καιρού οι συγγενείς τους, να έρθουν να τους πάρουν, εκείνοι αρνούνται δηλώνοντας αδυναμία συντήρησης των ηλικιωμένων ανθρώπων τους. Αυτό από μόνο του είναι πολύ εκνευριστικό. Ποιο παιδί, αδιαφορεί για το ότι οι ηλικιωμένοι του γονείς, από μέρα σε μέρα ενδέχεται να πεταχτούν στο δρόμο; Το πιο εκνευριστικό όμως, είναι πως ο συγκεκριμένος οίκος ευγηρίας, ανήκει στην εκκλησία της Ελλάδος. Η ενορία της οποίας ανήκει ο συγκεκριμένος χώρος, έσπευσε να στείλει στο κανάλι που μετέδιδε την είδηση κάποιον ιερέα εκπρόσωπό της, ώστε να διευκρινίσει τους λόγους που το γηροκομείο θα κλείσει.

Ο συγκεκριμένος ιερέας, υποστήριξε πως το εν λόγω ίδρυμα, έχει πολλά έξοδα, το προσωπικό είναι απλήρωτο εδώ και καιρό, και πως το… κράτος, αδυνατεί να επισπεύσει κάποια επιδότηση που προφανώς έχει ήδη εγκριθεί για τα λειτουργικά έξοδα του οίκου. Ο ιερέας έδειχνε διάχυτα την ανησυχία του, υποστηρίζοντας πως αν το κράτος συνεχίσει να κωλυσιεργεί, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να πεταχτούν οι ηλικιωμένοι άνθρωποι στον δρόμο. Άραγε, την περίπτωση να αναλάβει αυτό το διάστημα που αναμένονται τα χρήματα της επιδότησης, η συγκεκριμένη ενορία τα όποια έξοδα του γηροκομείου, δεν τη σκέφτηκε κανένας; Ούτε καν ο δημοσιογράφος που κάλυπτε το ρεπορτάζ;
Και τι συμπεράσματα θα βγάλει κάποιος, αν τελικά οι συγκεκριμένοι ηλικιωμένοι, πεταχτούν στο δρόμο; Θα ζητήσει εξηγήσεις από το κράτος που καθυστέρησε την καταβολή της επιδότησης; Ή θα ζητήσει και εξηγήσεις και από την εκκλησία, που σε μια τόσο μικρή ευκαιρία να ανοίξει το σεντούκι της και να διαθέσει ορισμένα χρήματα για να βοηθήσει κάποιους συνανθρώπους μας, προτίμησε να δράσει ψυχρά επιχειρηματικά;

Όλα τα παραπάνω συνέβησαν εντός ολίγων ημερών. Η συγκυρία αυτή, με βοήθησε να δω ορισμένες καινούριες οπτικές του επίκαιρου θέματος του διαχωρισμού Πολιτείας-Εκκλησίας.

Εύχομαι να το κάνει και σε άλλους.

Η Εκκλησία της Ελλάδος, ο κλήρος δηλαδή, έχει χάσει προ καιρού τις αξίες που έπρεπε να φέρει. Το κοσμοπολίτικο στυλ που προσπαθούν όλοι οι , με τις ευλογίες των ΜΜΕ χαρακτηριζόμενοι, προοδευτικοί ιερείς, αλλά και ο ψευδό-συντηρητισμός που εκπροσωπούν οι, επίσης με τις ευλογίες των ΜΜΕ χαρακτηριζόμενοι, συντηρητικοί συνάδελφοί τους, έχουν οδηγήσει τον κλήρο σε πλήρη απαξίωση των θεολογικών τους αξιών, επιλέγοντας είτε ένα σύγχρονο lifestyle από τους πρώτους, είτε ένα ψεύτικα (αλλά συνειδητά) αρρωστημένο πουριτανισμό που θυμίζει μεσαίωνα από τους δεύτερους, κάτι που δεν περνάει απαρατήρητο από το λαό, πιστό ή μη.

Η δε συνεχόμενη ενίσχυση της Εκκλησίας είτε των μεν (προοδευτικών) είτε των δε (συντηρητικών), μέσω οικονομικών απολαβών από το Κράτος, ιδίως σε μια παρατεταμένη περίοδο όπου ο λαός βλέπει τα ταμεία της Εκκλησίας να γεμίζουν, ενώ τα ταμεία του κράτους, και κατά επέκταση τα δικά του, να αδειάζουν, αυξάνει την πεποίθηση του απλού λαού πως η Εκκλησία πλέον, δεν συνάδει με τα δικά του ζητήματα.

Αυτή η συνειδητοποίηση, οδηγεί στο να αποδεχθεί εύκολα κάποιος, και ίσως να γίνει και έντονος υποστηριχτής του διαχωρισμού Κράτους-Εκκλησίας. Η Εκκλησία έχει χάσει πλέον την επαφή της με τον λαό, οπότε δεν χρειάζεται να ενισχύεται από τον λαό.

Κοντά σε αυτή την άποψη, πολλοί είτε ηθελημένα, είτε άθελα, ενισχύουν τον συσχετισμό της Εκκλησίας ως κλήρου, με την Θρησκεία γενικότερα. Οπότε, σαφώς και η συμπερασματική αποδοχή του διαχωρισμού Κράτους-Εκκλησίας, μεταφράζεται, είτε ηθελημένα, είτε άθελα, σε αποδοχή του διαχωρισμού Κράτους-Θρησκείας.

Η θρησκεία όμως, διαφοροποιείται πλήρως από τις εκφάνσεις του εκάστοτε θρησκευτικού κλήρου. Η θρησκεία είναι το θεωρητικό, ενώ  ο κλήρος είναι η υποκειμενική πραγμάτωση της θεωρίας σε ανθρώπινη αντίληψη.

Βλέποντας κανείς τον ορθόδοξο κλήρο, να προσπαθεί με άρρωστες πλέον αξίες, να καπελώνεται κρατική ενίσχυση, με κύριο και μοναδικό σκοπό την διαιώνιση του θρησκευτικού μονοπωλίου, και άρα την διατήρηση του πελατολογίου του, είναι εύκολο να σχηματίσει την άποψη πως ο διαχωρισμός Εκκλησίας κράτους, συνάδει με την άποψη του διαχωρισμού θρησκείας-κράτους, κάτι όμως που σίγουρα δεν ευσταθεί λογικά.

Άλλο πράμα η θρησκεία, και άλλο πράμα ο κλήρος. Όπως δεν πρέπει, εξαιτίας της απαξίας των πολιτικών ηγετών της σύγχρονης εποχής, να απαξιώνουμε την Πολιτική, έτσι δεν πρέπει και εξαιτίας της απαξίας του σύγχρονου κλήρου, να απαξιώνουμε τη θρησκεία.

Σεβασμός στην ανεξιθρησκία και στο δικαίωμα της αθεΐας, δεν σημαίνει ασέβεια στην πίστη των περισσοτέρων μελών μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Το να ζητάς με προεδρικό διάταγμα, να καταργηθεί η πρωινή προσευχή στο σχολείο, δεν χτυπάει καμία πλαστή ‘’κατήχηση’’, ή ψυχολογική παρέμβαση στους μαθητές, αλλά χτυπάει κάτι πολύ πιο ισχυρό στην διαδικασία δημιουργίας της προσωπικότητας των παιδιών, την παράδοση που μαθαίνουν από τους γονείς και τους παππούδες τους.

Το ίδιο συμβαίνει και με την απαγόρευση του θρησκευτικού όρκου στο δικαστήριο. Αλήθεια, πόσο σώφρων είναι μια κοινωνία, που στην κορύφωση της πολιτικής απαξίας των πολιτών, τους υποχρεώνει να ορκίζονται στο δικαστήριο, με όρκο πολιτικό, και όχι θρησκευτικό; Πόσο λογικό ακούγεται αυτό;

Φαντάζει παράλογο. Όπως όμως παράλογοι φαντάζουν και οι θεατρινισμοί της ηγεσίας της Εκκλησίας, σε μια κοινωνία που αγωνιά να εντοπίσει την παρουσία και το λόγο της θρησκείας της, στη σύγχρονη εποχή.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου