Ένα πολύ αμφιλεγόμενο ερώτημα που κυριαρχεί στις ημέρες μας, είναι το γνωστό ρητορικό ερώτημα ‘’Έλληνας γεννιέσαι, ή γίνεσαι;’’.
Γνωστό, διότι το βλέπεις παντού. Σε συνθήματα, σε πανό, σε γκράφιτι σε τοίχους, στα blogs και στα forums, στα δελτία ειδήσεων και σε εκπομπές επικαιρότητας, έξω στο δρόμο, μέσα στηΒουλή.
Ρητορικό, διότι, από ότι φαίνεται, σαφής απάντηση δεν έχει δοθεί, ούτε από τους υποστηριχτές του, ούτε από τους επικριτές του.
Υπάρχει μια πλήρης επιχειρηματολογία και από τις δύο αντικρουόμενες πλευρές, χωρίς όμως καμία εκ των δύο, να μπορεί να πείσει την άλλη, για το ορθό των επιχειρημάτων της.
Και αν εξαιρέσουμε βεβαίως, τις προκατειλημμένες εκείνες φωνές, που αρνούνται να δεχθούν την απέναντι άποψη πεισματικά, χωρίς να δεχθούν καν να αναλύσουν, ή έστω να συζητήσουν τα επιχειρήματα των απέναντι, αυτή η αδυναμία τεκμηρίωσης κυριαρχεί ακόμη και στις καλοπροαίρετες φωνές.
Συζητήσεις επί συζητήσεων, ,μεταξύ επωνύμων και ανωνύμων, που νιώθουν την ανάγκη να υποστηρίξουν με σθένος της άποψή τους, λαμβάνουν χώρα καθημερινά, το τελευταίο διάστημα, χωρίς όμως να μπορεί κανείς, μετά βεβαιότητας να καταλήξει στην ισχύ της μίας άποψης επί της άλλης.
Συχνά, στο επίκεντρο της προσπάθειας τεκμηρίωσης μίας εκ των δύο απόψεων, συναντάμε τη γνωστή ρήση του Ισοκράτη, το γνωστό πλέον ‘’Έλληνας είναι, εκείνος που έχει όχι μόνο την καταγωγή, αλλά και την ελληνική παιδεία’’.
Και προσπαθούν και οι δύο πλευρές, να παρουσιάσουν την κεντρική ιδέα της παραπάνω ρήσης, χρησιμοποιώντας την, ως απόδειξη της ορθότητας της δικής τους άποψης.
Οι μεν, υποστηριχτές του ερωτήματος ‘’Έλληνας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι’’, εστιάζουν στο πρώτο σκέλος της ρήσης του Ισοκράτη, στο ‘’πέραν της καταγωγής’’, θεωρώντας το ως πρωταρχικό στοιχείο, του επόμενου σκέλους. Αν, δηλαδή, έχεις ελληνική καταγωγή, μπορείς να γίνεις Έλληνας, αν αποκτήσεις και την ελληνική Παιδεία. Σύμφωνα με την παραπάνω ροή προτεραιότητας, αν δεν έχεις ελληνική καταγωγή, άσχετα αν αποκτήσεις την ελληνική Παιδεία, δεν πληρείς τις προϋποθέσεις να γίνεις Έλληνας.
Οι δε, οι επικριτές του ερωτήματος, υποστηρίζουν πως η ρήση του Ισοκράτη, έχει εντελώς διαφορετικό νόημα. Πέραν της καταγωγής, Έλληνας είναι επίσης και όποιος αποκτήσει την ελληνική Παιδεία. Η καταγωγή μπαίνει σε δεύτερη μοίρα, σύμφωνα με αυτούς, στη ρήση του Ισοκράτη. Εφόσον έχεις την καταγωγή, είσαι Έλληνας. Όποιος δεν είναι, μπορεί να γίνει αν αποκτήσει την ανάλογη Παιδεία.
Μια πλειάδα επιχειρημάτων, πέφτουν σε κάθε τραπέζι αντιπαράθεσης πάνω στην ερμηνεία της παραπάνω ρήσεως. Συνήθως, καταλήγουν σε μια θεωρητική αντιπαράθεση πάνω στον ορισμό της λέξης ‘’Παιδείας’’.
Είναι κάτι πρακτικό, που μαθαίνεται από το σχολείο, από τα βιβλία και την διδαχή, οπότε, όποιος φοιτάει σε ελληνικό σχολείο, μιλάει ελληνικά και γράφει ελληνικά, συζητάει στα ελληνικά και σκέπτεται στα ελληνικά, μπορεί να θεωρείται Έλληνας;
Ή είναι κάτι που περιλαμβάνει και κάτι περισσότερο από την σχολική Αγωγή, και φθάνει μέχρι και τις επιρροές και τη γαλούχηση, που παίρνει κάποιος από τους γονείς του, τις ρίζες του, την παράδοση της καταγωγής του; Αν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε ένα παιδί που πηγαίνει σε ελληνικό σχολείο, αλλά λαμβάνει επιρροές και γαλούχηση από τους γονείς του, που γαλουχήθηκαν και πήγαν σχολείο σε άλλο κράτος, με αντιλήψεις τόσο στο κοινωνικό όσο και στο διαπροσωπικό επίπεδο, πολύ διαφορετικές από αυτές της ελληνικής αντίληψης, όπως για παράδειγμα τη θέση της γυναίκας σε σχέση με τον άντρα, θα μπορέσει ποτέ αυτό το παιδί, να γίνει πραγματικά Έλληνας; Θα μπορέσει να θεωρείται Έλληνας κάποιος που πιστεύει, για παράδειγμα στην πολυγαμία; Ή στο δικαίωμα να χτυπήσεις μια γυναίκα, αν έπεσε θύμα βιασμού, ως τιμωρία της; Ή αν πιστεύεις πως ο δημόσιος πετροβολισμός είναι δίκαιη τιμωρία;
Δεκάδες τέτοιες προσεγγίσεις της ρήσεως του Ισοκράτη, γίνονται από θεωρητικούς και των δύο απόψεων, τόσο σε υψηλό επίπεδο, μέσα στη Βουλή, όσο και έξω από αυτή, σε συζητήσεις απλών ανθρώπων.
Η προσωπική μου άποψη, είναι πως ο Ισοκράτης, δεν είναι μαντείο των Δελφών. Και η γνωστή του ρήση, κομμάτι ενός συνολικού έργου, που οι περισσότεροι εκ των αναλυτών της, δεν θεωρώ να έχουν διαβάσει ολόκληρο, δεν είναι χρησμός της Πυθίας, ώστε να έχει διφορούμενη έννοια, αναλόγως από πια πλευρά θα την κοιτάξεις.
Το να αναλύουμε το τι είπε ο Ισοκράτης, μπαίνοντας σε μια θεωρητική συζήτηση περί της φύσης της έννοιας των λεγομένων του, απλά υποβιβάζουν τα πολύ απλά λόγια του μεγάλου φιλοσόφου.
Η απάντηση πιθανών, να βρίσκεται πολύ ξεκάθαρα μπροστά στα μάτια μας, και να την χάνουμε μέσα στη πλάνη και στη συσκότιση της πλειάδας των αντικρουόμενων επιχειρημάτων.
Ο Ισοκράτης, ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος, έζησε σε μια πολύ μεταβατική περίοδο της ελληνικής ιστορίας. Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος είχε τελειώσει, η Αθήνα, άρχιζε να την πτωτική της πορείας, ο ελληνικός πολιτισμός άρχισε να κλονίζεται.
Θεώρησε σκόπιμο να γράψει το Πανηγυρικό, κυρίως για να καθοδηγήσει, τους συμπατριώτες του, στο επόμενο βήμα, που πιθανόν ο ίδιος έβλεπε. Ο Φίλιππος ο Μακεδόνας, είχε ήδη εκδηλώσει τις διαθέσεις του, για ενοποίηση όλων των ελληνικών φύλων, σε μια κοινή εκστρατεία ενάντια στους βαρβάρους, και είχε ήδη δείξει στις περισσότερες πόλεις-κράτη, πως είχε και το σθένος και τη δύναμη να το καταφέρει.
Πιστεύω πως ο Ισοκράτης, γνώριζε εξ αρχής, πως τελικά, αργά ή γρήγορα το όραμα του Φιλίππου, θα γινόταν πραγματικότητα, αν όχι από τον ίδιο, σίγουρα από κάποιον μεταγενέστερού του. Και ως μεγάλος φιλόσοφος που υπήρξε, πιστεύω πως κατάφερε να δει πιο μακριά, και να εντοπίσει πιθανούς προβληματισμούς, που θα δημιουργούταν από τα νέα δεδομένα που θα δημιουργούνταν από μια τέτοια εξέλιξη.
Και δεν έπεσε και έξω.
Από την Ιστορία, μαθαίνουμε τι επακολούθησε, με τον Αλέξανδρο, να κατακτά, ηγέτης όλων των Ελλήνων, την Ασία, να καταλύει την Περσική Αυτοκρατορία, και στη θέση της, να δημιουργεί μια νέα Αυτοκρατορία, βασισμένη στον Ελληνικό Πολιτισμό και στις Ελληνικές Αξίες.
Από την Ιστορία, επίσης μαθαίνουμε τι προβλήματα δημιουργήθηκαν στη νέα αυτή Αυτοκρατορία, από την συνύπαρξη τόσο διαφορετικών αντιλήψεων, κάτω από μια στέγη, και πόσες φορές κινδύνεψε να σπάσει ο συνδετικός κρίκος, ακόμη και με τον Αλέξανδρο εν ζωή.
Πιστεύω πως το προέβλεψε αυτό ο Ισοκράτης. Γνώριζε την διαφορετικότητα του ελληνικού πολιτισμού, από τους άλλους πολιτισμούς, και μπορούσε να συμπεράνει τι προβλήματα θα δημιουργούνταν στη δεδομένη σύζευξή του, με πολιτισμούς άλλων λαών.
Και για αυτό, θεωρώ πως ο Ισοκράτης, θεωρούσε εξίσου σημαντικό με την καταγωγή, και την Παιδεία. Αλλά ποια Παιδεία;
Μήπως την σχολική; Σαφώς και όχι. Η γνωστή του ρήση, κατακλείδα ενός ολόκληρου σκεπτικού λέει ακριβώς αυτό. Το να μαθαίνεις απλώς ελληνικά, δεν σε κάνει αυτομάτως Έλληνα. Το να αποκτήσει ή να διδάσκει κάποιος Ελληνική Παιδεία, δεν τον κάνει αυτομάτως Έλληνα.
Τι ποιο λογικό από αυτό;
Θα μπορούσε ποτέ ένας Ιάπωνας καθηγητής, που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο ελληνικά, να θεωρήσει εαυτό του Έλληνα;
Θα μπορούσε κάποιος Μεξικανός που έχει γράψει μια μελέτη πάνω στις παραδόσεις των Ελλήνων, να θεωρείται Έλληνας;
Η απάντηση, θεωρώ πως είναι προφανή.
Αλλά από την άλλη, αυτό δεν σημαίνει πως ο όρος ‘’καταγωγή’’ δεν έχει καμία μα καμία σημασία με τον όρο ‘’Παιδεία’’. Τι είναι η εθνική Παιδεία; Κάτι διαφορετικό από την εθνική καταγωγή;
Ας το μελετήσουμε.
Η καταγωγή δηλώνει τη προέλευση. Δηλώνει τις ρίζες γέννησής σου. Αν κάποιος γεννηθεί από Έλληνες γονείς, αυτομάτως έχει την ελληνική καταγωγή. Η Γέννηση, είναι η πρωταρχική Αρχή, ανίχνευσης της εθνικότητάς σου. Σε ένα νεογέννητο, δεν μελετάμε την Παιδεία του, ούτε την Αξία του, ούτε τον τρόπο σκέψης του, ούτε την γλώσσα επικοινωνίας του (κοινή σε όλα τα βρέφη). Σε ένα νεογέννητο, κοιτάμε την καταγωγή των γονέων του, και αμέσως αντιλαμβανόμαστε και την καταγωγή του ιδίου.
Από εκεί και πέρα, το πώς θα καλλιεργήσει αυτή την ρίζα, πως θα γαλουχηθεί και πως θα αντιληφθεί ο κάθε άνθρωπος, καθορίζει και το βαθμό προσέγγισης στον εκάστοτε Εθνικό όρο.
Συμφωνώ και εγώ με εκείνους που δηλώνουν πως η εθνότητα, καθορίζεται και από την Παιδεία.
Πως μπορώ να θεωρήσω ως Έλληνα, έναν κάτοικο Αμερικής, που γεννήθηκε από γονείς παιδιών μεταναστών τρίτης γενεάς, πήγε σε αμερικάνικο σχολείο, δεν μιλάει ελληνικά, δεν έχει καμία μα καμία σχέση με την Ελλάδα;
Από την άλλη, πως ορίζεται η Γέννηση; Μόνο εκ της βιολογικής πράξης; Δεν νοείται διαφορετικά;
Διάβαζα πρόσφατα ένα βιβλίο, δεν χρειάζεται να αναλύσω ποιο.
Στο βιβλίο αυτό, παρουσιαζόταν ένας Άνθρωπος, που στα 40 του, γνωρίζοντας κάποιες πολύ συγκεκριμένες παραστάσεις, ένιωσε να ‘’ξαναγεννιέται’’!!
Ένιωσε να απαρνείται πλήρως τον προηγούμενο εαυτό του, να γυρίζει την πλάτη του στο παρελθόν του, και να συνεχίζει ως ‘’νέος άνθρωπος’’, έχοντας ως εφόδια τα νέα εκείνα στοιχεία που τον βοήθησαν να ξαναγεννηθεί.
Μου έκανε εντύπωση η άμεση σύνδεση που έγινε στο μυαλό μου, διαβάζοντας το εν λόγω βιβλίο, με τη γνωστή και ρητορική ρήση ‘’Έλληνας γεννιέσαι ή γίνεσαι;’’.
Ποιος μπορεί να περιορίσει το ‘’γεννιέμαι’’ χρονιά μόνο στην βρεφική ηλικία;
Ποιος μπορεί να υποστηρίξει πως δεν έχει συναντήσει ούτε μια φορά έναν άνθρωπο που ‘’ξαναγεννήθηκε’’ μέσα από καταστάσεις ή μέσα από γεγονότα;
Και ποιος μπορεί να βάλει χρονικά όρια σε αυτή την ‘’αναγέννηση’’;;
Αν λοιπόν, μεταλλάξουμε το ερώτημα ‘’Έλληνας γεννιέσαι ή γίνεσαι;’’ σε κάτι πιο απλό, που πιστεύω εννοούσε ο Ισοκράτης, όπως ας πούμε το ‘’Έλληνας γεννιέσαι ή αναγεννιέσαι;;’’, ποιος θα ήταν εκείνος που θα έλεγε πως δεν ισχύουν και τα δύο;
Πρόσφατα, τιμήσαμε εδώ στην Θεσσαλονίκη τον γνωστό ήρωα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, Ιβάνοβ.
Ο εν λόγω Πολωνός, εθνικός ήρωας της πατρίδας του, υπήρξε μεγάλη μορφή της εθνικής αντίστασης της Θεσσαλονίκης, και μάλιστα το άγαλμά του, κοσμεί το εθνικό στάδιο του Καυταντζογλίου. Όποιος διαβάσει την ιστορία της ζωής του συγκεκριμένου ανθρώπου, ίσως να δει να ανοίγονται μπροστά του, νέες οπτικές του ερωτήματος ‘’Έλληνας γεννιέσαι ή γίνεσαι;’’.
Στην συγκεκριμένη εκδήλωση, επ’ ευκαιρία του τιμώμενου προσώπου, αναφέρθηκαν διάφοροι ξένοι, οι οποίοι σε κάποια στιγμή της ζωής τους, βρέθηκαν να δίνουν τη ζωή τους (κυριολεκτικά ή μεταφορικά) για την Ελλάδα. Όπως πχ ο Λόρδος Μπάυρον και ο Μάικλ Βέντρις.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, μεγάλωσαν και γαλουχήθηκαν σε οικογένειες και σε κοινωνίες, μακριά από τα ελληνικά δεδομένα και την ελληνική νοοτροπία. Η επαφή τους όμως με την ελληνική πραγματικότητα, η γνωριμία τους με την Ελληνική Παιδεία και τον Ελληνικό Πολιτισμό, δημιούργησαν σε εκείνους μια τάση για ‘’αναγέννηση’’.
Ποιος αμφιβάλλει πως ο Λόρδος Μπάυρον, γεννήθηκε Βρετανός, αλλά πέθανε Έλληνας;
Που οφείλεται αυτή η άποψη, πέραν της ‘’αναγέννησης’’ που συνέβη σε ένα στάδιο της ζωής του;
Και τι απαγορεύει αυτό να ξαναγίνει; Να ξαναγίνει και σε άλλους;
Βάση της παραπάνω θέσης, ποιος μπορεί να αρνηθεί πως Έλληνας μπορείς να (ανά)γεννηθείς ακόμη και στα 40 σου; Ή στα 50 σου;
Βεβαίως, το παραπάνω δεν σημαίνει πως αυτομάτως, όσοι ομιλούνε περί Παιδείας, είναι και σωστοί. Αυτοί, σφάλουν ,όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, στο ότι μεταφράζουν το Παιδεία, ως σχολική Αγωγή. Για αυτούς, ο Λόρδος Μπάυρον, ακόμη και αν συνέχιζε να ζει στην Βρετανία με τους γονείς του, αλλά μάθαινε ελληνικά και ομιλούσε ελληνικά, θα μπορούσε να πεθάνει ως Έλληνας.
Σφάλουν και το γνωρίζουν. Ο Μπάυρον, ήρθε στην Ελλάδα (για μπίζνες, μην ξεχνιόμαστε), γνώρισε τον Ελληνικό Πολιτισμό, την Ελληνική Κουλτούρα, τα ελληνικά Ήθη και Έθιμα, και ένιωσε να αναγεννάτε μέσα του, ένας καινούριος άνθρωπος, ο..Βύρωνας.
Σε όλους αυτούς λοιπόν, που υποστηρίζουν μετά μανίας το ‘’Έλληνας γεννιέσαι’’, θα πρέπει να τους εστιάσω τον όρο ‘’αναγέννηση’’ και να τους θυμίσω πως αυτή δεν έχει χρονικά περιθώρια. Ένας άνθρωπος, μπορεί να ‘’αναγεννηθεί’’ σε κάθε στιγμή της ζωής του.
Από την άλλη, σε όλους εκείνους, που υποστηρίζουν ‘’Έλληνας γίνεσαι’’, θα πρέπει να τους πω πως το ‘’αναγεννούμε’’ με το ‘’γίνομαι’’ διαφέρει όπως η μέρα με τη νύχτα. Το ‘’αναγεννούμε’’ δεν μπαίνει σε όρια γραφειοκρατικά, δεν ορίζεται ως 6 χρόνια στο Δημοτικό και 6 χρόνια σε Γυμνάσιο-Λύκειο, ούτε καθορίζεται από εξετάσεις Ιστορίας και Κοινωνιολογίας.
Το ‘’αναγεννούμε’’ κρύβει μέσα του καταστάσεις και βιώματα που υπερισχύουν τις υπάρχουσες δεδομένες αρχές και αξίες σου, και δεν τις ‘’προσπερνούνε’’ απλά, δεν τις καπελώνουν. Έχει να κάνει με επιλογή, όχι απλά με τάση φυγής.
Δεν μπορεί να ‘’αναγεννηθεί’’ ένας άνθρωπος, αν μείνει προσκολλημένος στο προηγούμενο εαυτό του. Δεν μπορεί να αναγεννηθεί ένας άνθρωπος, μένοντας, έστω και κατά το ελάχιστο, ίδιος με πριν.
Οπότε, βάση της παραπάνω Αρχής (και όχι υποκειμενικής άποψης) δεν μπορεί ένα παιδί που πηγαίνει σε ελληνικό σχολείο, αλλά γυρνώντας σπίτι του, βιώνει μια άλλη κουλτούρα, να γίνει ποτέ Έλληνας. Δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει Έλληνας, έχοντας οικογενειακά βιώματα εντελώς διαφορετικά από τη μέση Ελληνική οικογένεια. Τα παραδείγματα που έφερα στην αρχή του άρθρου, με πολιτισμικές απόψεις για τη θέση της γυναίκας σε σχέση με τον άνδρα, πιστεύω να είναι ικανοποιητικά τεκμήρια της παραπάνω θέσης.
Οπότε, και σε αυτούς, όπως και στους πρώτους, θα τους προτείνω να αρχίσουν να ασχολούνται λίγο με την έννοια και τον ορισμό της ‘’αναγέννησης’’ καθώς και με τον ρόλο που αυτή μπορεί να παίξει στο αρχικό ερώτημα ‘’Έλληνας γεννιέσαι ή γίνεσαι;’’
Προσωπική μου άποψη, την οποία οφείλω να παραθέσω κλείνοντας την παρούσα θέση, όσο αφορά την πολιτική χροιά του συγκεκριμένου ερωτήματος, η οποία είναι και πολύ επίκαιρη, μιας και το σχέδιο περί Ιθαγένειας, καθιστά την συγκεκριμένη συζήτηση σχεδόν καθημερινή μας ενασχόληση είναι η εξής:
Διαφωνώ καθέτως, στο να πάρουν τα παιδιά των πρώτων μεταναστών, την Ελληνική Ιθαγένεια. Δεν παίζει κανέναν ρόλο αν γεννήθηκαν εδώ, δεν παίζει κανέναν ρόλο αν πηγαίνουν σε ελληνικό σχολείο, δεν παίζει κανέναν ρόλο αν ομιλούν ελληνικά. Αν, με το που γυρίζουν σπίτι τους, μπαίνουν σε ένα άλλο πολιτισμικό περιβάλλον, δεν γίνεται να αισθανθούν ποτέ Έλληνες. Εν αντιθέσει, θα βιώσουν περίπλοκα και μπερδεμένα συναισθήματα, που θα γεννάνε οι δύο του ‘’εθνικές ταυτότητες’’, εφόσον η κοινωνική τους ζωή θα τους καθιστά Έλληνες, αλλά οι οικογενειακοί τους δεσμοί, θα τους επαναφέρουν καθημερινά στην εθνικότητα των γονιών τους.
Συμφωνώ να λαμβάνουν την ελληνική Ιθαγένεια, μόνο όσοι είναι παιδιά μεταναστών δεύτερης γενιάς. Διότι, τότε, στην δεύτερη γενεά, οι οικογενειακοί δεσμοί, δεν θα μπορούν να κυριαρχούν επί της κοινωνικής ζωής.
Τα παιδιά δεύτερης γενιάς μεταναστών, θα έχουν γονείς που η μοναδική τους σύνδεση με την προηγούμενη καταγωγή τους, θα ήταν οι σχέσεις τους με τους γονείς τους. Οπότε, στα δικά τους παιδιά, αυτές οι επιρροές θα έχουν ξεφτίσει. Γενιά με τη γενιά, η ελληνικότητά τους, θα ενισχύεται, μιας και πέραν της σχολικής Αγωγής, η ίδια η ζωή τους θα είναι γεμάτη με ελληνική νοοτροπία, ελληνικές αντιλήψεις και ελληνικές οπτικές της πραγματικότητας.
Όντας οι ίδιοι ‘’αναγεννημένοι’’ Έλληνες, να μπορέσουν εύκολα να γαλουχήσουν ελληνόπουλα.
Και ίσως εκεί να βρίσκεται η απάντηση στο αρχικό μας ερώτημα.
Έλληνας αναγεννιέσαι και στα 90 σου…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου